Πριν μερικές ώρες, αποχαιρετήσαμε τον Πάνο.
Έτσι που καθόμουν στην εκκλησία και έβλεπα το παγωμένο του πρόσωπο, σκεφτόμουνα, πρώτα από όλα, πως του άρεσαν οι ψαλμωδίες αλλά το να είναι όλα λευκά και εξαγνισμένα γύρω του με ξένισε. Λευκά γαρύφαλλα, λευκοί κρίνοι και αμόλυντη λευκή μπορντούρα στο φέρετρο…
Είναι δυνατόν ρε κοπρόσκυλο, ακόμη και στην έξοδο σου, να κοροϊδεύεις τον κόσμο;
Τι είναι αυτά τα παρθενικά που σε καλύψανε;
Η Φαραώνα απέναντι, έχει μαραζώσει από το κλάμα.
Δίπλα ακριβώς, ο Γιάννης ο αδερφός σου. Τον αγαπούσες και τον σκεφτόσουν, αλλά, δεν είχατε πολύ συχνές επαφές. Πιο πολύ σκεφτόμουν και θυμόμουν και του το είπα, εάν μου το επιτρέπεις, ότι θαύμαζες την ζωγραφική του ικανότητα και την τιμούσες και επέμενες σε αυτό. Την περίοδο δε της περιπέτειας υγείας του Γιάννη, αγωνιούσες και νοιαζόσουν και το μυαλό σου ήταν συνεχώς εκεί. δεν είναι υπερβολή.
Και όταν σιγουρεύτηκες πια οτι ξεπεράστηκε, αναγάλλιασες…
Ήταν εκεί με την γυναίκα του, την όμορφη κόρη του τη Βαγγελίτσα, που ποτέ δεν της είπες χαμένο κορμί, το πόσο περήφανος ένιωθες, για το βραβείο που πήρε για μια ταινία μικρού μήκους, που είχε κάνει.
Και ήταν και ο μικρός ο ανεψιός σου, που θυμάμαι τα γέλια που κάναμε, για τη μανία του με τις κλειδαριές.
Ρε συ Παναγιώτη, ήταν τόσα αυτά που μας έδεσαν όλα αυτά τα χρόνια, που ειλικρινά σου λέω, είναι αδύνατον να τα καταναλώσουμε σε μια ζωή, μονάχα, όση μας απόμεινε.
Ευφραδέστατε φίλε και αδερφέ μου, βρεθήκαμε σήμερα το μεσημεράκι , μια μέρα μουχλιασμένη , τελείως όμως, για να σε αποχαιρετήσουμε.
Πώς θα σε αποχαιρετήσουμε όμως ρε φίλε;
Θεωρείς ότι είναι εύκολο, ακούγοντας μια φορά και σιγομουρμουρίζοντας το «μακαρία η οδός….», να θωρήσουμε ότι πάει το ξόδι έφυγε και εσύ από κοντά;
Ήταν εκεί η Μπεκάση, η γυναίκα του αδερφικού σου φίλου Μίμη Σουλιώτη, κάθισε κοντά στην Φαραώνα, χαροκαμένη κι αυτή, μερικά χρόνια πριν.
Μερικοί κρετίνοι και γελοίοι, στο χαροκαμένη, προσδίδουν αίσθηση αστειότητος. Ο λόγος είναι απλός. Χάθηκε κάθε έννοια ανθρωπιάς και φυσικά συναισθήματος. Γιατί, τον πόνο του θανάτου, πρέπει να έχεις κότσια για να τον αντέξεις και να τον αντιμετωπίσεις.
Ήρθαν αρκετοί σήμερα το μεσημέρι.
Ο Σωτήρης ο Καπετανόπουλος, Πρόεδρος του Δημοτικού Συμβουλίου , που συνεργάστηκε μαζί σου για κανά δυο χρόνια, στην Πολιτιστική, έγραψε σε ένα σημείωμά του, « πως η Θεσσαλονίκη σου χρωστάει» Πρώτον γιατί ως τέταρτος διαδοχικά καλλιτεχνικός διευθυντής, έφτιαξε ένα καλλιτεχνικό πρόγραμμα πάρα πολύ ενδιαφέρον , πάρα πολύ σημαντικό, που η πόλη ήταν περήφανη γι αυτό. Αλλά, έκανες τόσα πολλά γι αυτήν από τότε και μετά, που θα έπρεπε να σε μνημονεύει πάντα.
Δυστυχώς, ο Δήμος απουσίασε εκκωφαντικά.
Ψυχή ζώσα δεν πάτησε. Μπορεί να είχαν κάποιες υποχρεώσεις που δεν μπορούσαν να αναβάλλουν, δεν μπορούσαν να βρουν έναν εκπρόσωπο, να έρθει εκ μέρους του Δήμου; Δεν
Δεν μπορούσαν οι αφιλότιμοι, να στείλουν έστω, ένα μήνυμα να διαβαστεί;
Εδώ ήρθε ο Σλαβομακεδών οινοποιός Λίγας και από κοντά ο λιάγκραβος δικηγόρος σου, Σταύρος. Γιατί, αν θυμάσαι καλά, στο πρώτο σου διαζύγιο είχες δικηγόρο ένα σπούργο, απ΄την Βόρεια Χαλκιδική.
Ήταν και ο Νίκος εκεί, ο ΙΑΝΟΣ, που πρέπει κανονικά, από βδομάδα να παραλάβει τακτοποιημένα χειρόγραφα, να τα αναθέσει σε κάποιον ή κάποια και
μπορεί χωρίς κανένα κόπο, να βγάλει δέκα βιβλία και βοηθήσει και στην υστεροφημία σου.
Διότι, μπορεί ο Γουσίδης να πέθανε, ήδη από τι έμαθα σε τηλεφώνησε για ραντεβού, και θα πάρει μαζί του και εκείνο το κοπρόσκυλο τον Παπάζογλου, και άντε να τα βγάλεις πέρα.
Γιατί, αγαπημένε μου τόσες χιλιάδες σελίδες γραμμένες, με καλλιεργημένα γράμματα και λέξεις, πού θα πάνε;
Σιγά να μην τα τυπώσουνε σε λαδόκολλες και τα βάζουν επάνω στους πάγκους, που πίνουν δήθεν τσίπουρα, οι άμαθοι.
Ξέχασα να σε ενημερώσω ότι ήταν να ξεκινήσει να έρθει και ο Λόης Παπαδόπουλος, που τόσο σε αγαπάει και σε θαυμάζει, αλλά δεν τα κατάφερε…
Comments