Γράφει ο Δημήτρης Βαρτζόπουλος, Βουλευτής Β’ Θεσσαλονίκης με την Νέα Δημοκρατία
Όλα τα φιλελεύθερα Λαϊκά Κόμματα θεωρούμε τον άνθρωπο ως το επίκεντρο του περιεχομένου της πολιτικής μας. Ο άνθρωπος όμως είναι και το μοναδικό μέτρο όλων των υφιστάμενων κοινωνικών εννοιών, άρα και θεσμών, το υποκείμενο δηλαδή, το οποίο διαμορφώνει αυτήν την πολιτική. Τουτ´ έστιν, ότι ο τρόπος της επιλογής του πολιτικού προσωπικού, των αυτουργών δηλαδή αυτής της ιδεολογικής προσέγγισης, είναι επίσης καθοριστικό κριτήριο της φυσιογνωμίας τους. Προϋπόθεση και απόδειξη συγχρόνως της λαϊκότητος, άρα και χρησιμότητος τους.
Η επιλογή των πολιτικών γίνεται εν γένει σε δύο επίπεδα. Στην διαμόρφωση του εκλογικού Νόμου σε πολιτειακό επίπεδο και του εσωτερικού Κανονισμού των Κομμάτων, που αφορά την επιλογή των υποψηφίων για τα αιρετά και μη αξιώματα.
Στην Ελλάδα, όταν αναφερόμαστε στο εκλογικό σύστημα, ο περισσότερος κόσμος εννοεί τα περί απλής ή ενισχυμένης αναλογικής, τα bonus εδρών κοκ. Αυτά δηλαδή που κανονίζουν, το πόσοι θα εκλεγούν. Το ποιοι όμως θα εκλεγούν, εξαρτάται καθοριστικώς από έναν άλλο παράγοντα: Τον αριθμό των εδρών της εκλογικής περιφερείας.
Και τούτο διότι: το ποοι θα βγούν, εξαρτάται, από το ποιοι θα το επιχειρήσουν , που με την σειρά του προκύπτει από την υποκειμενική εκτίμηση ενός εκάστου δυνητικού υποψηφίου, για το πόσες πιθανότητες θα είχε ο ίδιος, να εκλεγεί. Εκτίμηση, που με την σειρά της εξαρτάται φυσικά από τις απαιτήσεις της εκλογής και την προσωπικότητά του.
Η ουσιαστική απαίτηση της εκλογής σε μια πολυεδρική περιφέρεια, με ένα μεγάλο δηλαδή εκλογικό σώμα πολλών δεκάδων ή και εκατοντάδων χιλιάδων, είναι, ότι θα πρέπει, να έχει δυνατότητα μαζικής επικοινωνίας. Τούτο είναι δυνατόν φυσικά με πρόσβαση προβολής στα Μέσα Μαζικής Επικοινωνίας. Είτε πρέπει βέβαια οι υποψήφιοι, να έχουν ένα επάγγελμα/ δραστηριότητα, που να επιτρέπει χρήση μηχανισμών εξυπηρέτησης και επηρεασμού.
Υπάρχει βέβαια εν προκειμένω στις πολυεδρικές περιφέρειες και ένας άλλος καθοριστικός παράγων. Η ανάγκη της χρηματοδότησης της προσωπικής εκστρατείας, δεδομένου ότι ο αντίπαλος της προσωπικής εκλογής είναι ο συνυποψήφιος εκ του ιδίου κόμματος. Η ροή του πολιτικού χρήματος δηλαδή.
Οι αντικειμενικές αυτές απαιτήσεις είναι προφανές, ότι προεπιλέγουν και το κοινωνικό και το χαρακτηριολογικό προφίλ του δυνητικού υποψηφίου. Άρα επηρεάζουν ουσιαστικά, το ποιος θα εκλεγεί .
Σε όλον τον λοιπό δημοκρατικό κόσμο, με εξαιρετικά ελάχιστες εξαιρέσεις, οι υποψήφιοι ανταγωνίζονται άλλους των αντιπάλων κομμάτων σε εκλογικά συστήματα μονοεδρικών περιφερειών. Είτε αυτά είναι original, όπως το Αγγλικό ( first past the post, «ο πρώτος τα παίρνει όλα»), είτε με δύο γύρους και δεύτερη εκλογή μεταξύ των δύο πρώτων όπως στην Γαλλία, είτε με συνδυασμό μονοεδρικών και λίστας όπως στην Γερμανία. Εκεί αντελήφθησαν νωρίς, ότι έτσι ταυτίζεται απόλυτα ο προεκλογικός αγών του κόμματος και του υποψηφίου, οπότε όλα τα ως άνω μειονεκτήματα εξαφανίζονται.
Το έτερο καθοριστικό στοιχείο της επιλογής του πολιτικού προσωπικού είναι η φύση διαδικασιών ορισμού των υποψηφίων αιρετών αξιωματούχων, όπως και των κυβερνητικών μετακλητών διοικητικών στελεχών.
Στα καθ´ ημάς η απαξίωση, της πολιτικής εν γένει και των κομματικών μηχανισμών ιδιαίτερα, είναι βαθεία. Είναι συρμός, να θεωρούνται οι κομματικές οργανώσεις χωνευτήρια πονηρών και μέτριων, που παράγουν σφετεριστές των δημοσίων θέσεων.
Η αλήθεια ασφαλώς ευρίσκεται αλλού. Ως οι θετικές επιστήμες διδάσκουν, η αλήθεια αναδύεται πάντοτε από τις εμπειρικές αποδείξεις. Η νευροψυχολογία γνωρίζει, ότι διαφορετικές ενασχολήσεις απαιτούν συγκεκριμένα ιδιαίτερα στοιχεία χαρακτήρος και προσωπικότητος. Η δυνατότητα ενσυναίσθησης και ολιστικής προσέγγισης, η αίσθηση της πιεστικής ανάγκης αλλαγών για την επίτευξη επιθυμητών στόχων αποτελούν προϋποθέσεις – εκ των ων ουκ άνευ – ένταξης σε κοινωνικές συλλογικές δράσεις. Όταν λοιπόν στην όψιμο εφηβεία ή την πρώϊμο ενήλικο ζωή συνειδητοποιείται η ροπή, η πραγματική εμπλοκή με τα κοινά εξαρτάται πλέον από μία και μόνη μεταβλητή, την αντίληψη ρεαλιστικής πιθανότητος να υπάρξει εν τη εξελίξει ο έπαινος του δήμου. Ο αδυσώπητος ανταγωνισμός στις κολυμβήθρες των λαϊκών αστικών πολυσυλλεκτικών κομμάτων στην πορεία είναι η μόνη ασφαλή οδός, που εγγυάται την ποιότητα.
Στην Κεντρική Ευρώπη καθοριστικό ρόλο εν προκειμένω διαδραματίζουν οι εσωκομματικές διαδικασίες. Σε ωρισμένες περιπτώσεις μάλιστα (βλ Γερμανία) η επιλογή των υποψηφίων βουλευτών καθορίζεται με Νόμο. Εκεί πχ οι ανώτατοι δικαστές αναφέρονται με εντός παρενθέσεως το κόμμα ( άρα και την ιδεολογία) προέλευσης τους, οι Δήμαρχοι είναι οι Πρόεδροι των Δημοτικών, οι τοπικοί Πρωθυπουργοί Πρόεδροι των Περιφερειακών κομματικών τους οργανώσεων.
Η επιλογή του ανώτερου και ανώτατου πολιτικού προσωπικού γίνεται δηλαδή σχεδόν αποκλειστικώς από τις ειδικές -κατ´ επάγγελμα είτε ενδιαφέρον – κομματικές οργανώσεις και διηθείται στην τοπική αυτοδιοίκηση και τον επαγγελματικό συνδικαλισμό.
Έτσι δίνεται η δυνατότητα, να εκπροσωπούνται σε ανώτατο επίπεδο οι ιδεολογικώς στρατευμένοι, που αναζητούν την κοινωνική συμμετοχή και δράση, αλλά είναι και ειδήμονες στον τομέα τους , αυτοί δηλαδή που συνδυάζουν την ιδεολογική βάση με επιστημονική, βιωματική, είτε εργασιακή expertise . Όταν αυτοί αποτελούν τους υποχρεωτικούς συμβούλους κάθε νομοθετικής πρωτοβουλίας μεταφέροντας την κοινωνική πραγματικότητα στα Γραφεία των Υπουργών, όταν αυτοί αποτελούν την δεξαμενή των διοικητικών στελεχών, τότε και μόνον τότε εξασφαλίζεται η άμεση διαδραστικότητα Κοινωνίας και Κράτους.
Οι δεκαετίες της εφαρμογής αυτού του τρόπου παραγωγής των πολιτικών και η εκεί επιτυγχανομένη ποιότητα δημοσίου βίου και αποτελεσματικότητα υπηρεσιών δείχνουν τον δρόμο.
Comments